Οι δύο μήνες οι οποίοι χαρακτηρίζονται από πολλές και μεγάλες γιορτές, θρησκευτικές και κοινωνικές, αλλά και από τις πολλές ευχές είναι ο Δεκέμβριος και ο Ιανουάριος.
Δύο μήνες γέννησης και αναγέννησης. Δύο μήνες που όλη η ανθρωπότητα σκέφτεται και εύχεται ειρήνη.
Αυτή η πολυπόθητη ειρήνη που οι άνθρωποι αποζητούν αλλά όσο περισσότερες ευχές κάνουν, τόσο ποιο μακριά την βλέπουν να φεύγει. Μαζεμένες όλες οι ευχές μέσα σε λίγες μέρες. Μαζεμένοι και οι άνθρωποι μέσα στο εικονικό καλούπι της ζωής που η φωνή και η βοή τους μετά βίας φτάνει στα αυτιά του διπλανού ανθρώπου.
Όλα αυτές τις μέρες γίνονται για το καλό. Όλα γίνονται για το Πνεύμα των ημερών. Οι άνθρωποι προσπαθούν να δώσουν χαρά στον πονεμένο συνάνθρωπο, προσπαθούν να ζήσουν την χαρά των γιορτών, αλλά στον απόηχο θα δουν πως όλα αυτά κρύβουν μια βουβή μελαγχολία.
Όταν καθίσει κάνεις και κάνει τον απολογισμό, τότε θα δει πως αντί να κερδίσει κάτι πνευματικό, αισθάνεται περισσότερο κενό. Όταν καθίσει και κάνει τον υλικό απολογισμό, τότε θα δει να τον συντροφεύουν αλόγιστες σπατάλες και άχρηστα πράγματα τα οποία θα κοσμούν για το υπόλοιπο της χρονιάς κάποιο πατάρι, ξεχασμένα μέσα σε κάποια κούτα, περιμένοντας τις επόμενες γιορτές είτε να δοκιμαστούν πάλι μήπως πραγματοποιήσουν τις ευχές, είτε να πεταχτούν στα σκουπίδια και την θέση τους να πάρουν αλλά, ποιο τυχερά από αυτά.
Περνούν όμως οι γιορτές, και περνούν πολύ γρήγορα, όπως πολλές φορές διαπιστώνουμε ότι περνάει και η ζωή μας. Και, αναρωτιέται ο άνθρωπος, ποιο το κέρδος; Αν φυσικά ο εγωισμός του το επιτρέψει να το κάνει.
Ξεκινά ο εορτασμός με τα Χριστούγεννα. Δεν μιλάμε όμως για πνεύμα Χριστού αλλά για το Πνεύμα των ημερών. Τη θέση των αγγέλων που ψέλνουν το Ωσαννά την παίρνουν τα ξωτικά και οι καλικάντζαροι. Τη θέση του λαμπερού και φωτεινού την έχουν πάρει οι ανθρώπινες επινοήσεις με την ασχήμια και την δυσωδία τους. Τη θέση της Ελπίδας της ειρήνης με την γέννηση του Χριστού την έχει πάρει η προσμονή για το ουτοπικό καλό. Την θέση του γεννηθέντα Κυρίου την πήρε το άγνωστο «X» και τα τόσο λαμπρά και ελπιδοφόρα Χριστούγεννα χάνονται μέσα στην καλομαγειρεμένη σούπα των «xmass».
Όσο και να προσπαθήσουμε όμως να βρωμίσουμε και να αλλοιώσουμε τον χρυσό, αυτός παραμείνει εκεί, περιμένοντας την στιγμή που εμείς θα πάρουμε το νερό του Ιορδάνη να τον ξεπλύνουμε και, ω του θαύματος, όσα χρόνια και αν περάσουν, παραμένει ίδιος, αλώβητος και λαμπερός.
Εκεί θα είναι η πραγματική ευχή για ειρήνη. Όχι μια φορά το χρόνο αλλά κάθε μέρα που θυσιάζεται ο ίδιος για μας, κάθε φορά που τελείται το μυστήριο των μυστηρίων, κάθε φορά που ο ιερέας βάζει το επιτρχιλιο στο λαιμό του, αμέτρητες φορές εύχεται υπέρ της ειρήνης. Όχι της ανθρώπινης αλλά της άνωθεν ειρήνης η οποία ανεβαίνει με ανθρώπινη παράκληση στα ουράνια και κατεβαίνει με αγγελικά φτερά στη γη για να φωτίσει και να αγιάσει τα σύμπαντα. Γεννάται μέσα στην ψυχή μας ή επιθυμία μαζί με το Χρήστο, αναγεννάται μέσα από το βάπτισμα του Ιορδάνη, γίνεται άφθαρτη με το βάπτισμα στο αίμα του Εσταυρωμένου, ξεπλένεται και καθαρίζει με το βάπτισμα της εξομολόγησης και λάμπει, παίρνει σάρκα και οστά, δίνει ζωή και χαρά, δίνει πραγματική ελπίδα σε όποιον την αποζητά.
Πρωτοπρεσβύτερος
Μιχαήλ Παππάς